Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010

Και νάσου το τσουνάμι της φτώχειας

Δεν είναι τυχαίο που ο Ζήνωνας είχε πατρίδα του την Κύπρο.

Η ανοχή των Κυπρίων απέναντι στην αδικία, έστω κι όταν είναι αποδέκτες της οι ίδιοι, δεν έχει όρια.

Στωικά, αδιαμαρτύρητα αποδέχονται τη μοίρα τους, το πεπρωμένο τους.

"Κρύβοντας να περάσουν", όπως λένε κι οι ίδιοι.

Έτσι, ανέχτηκαν για δεκαετίες την εκμετάλλευσή τους από τα μια διεφθαρμένη πολιτική ελίτ που συνεχίζει να βασίζεται στα καλοταϊσμένα παράσιτα του δημοσίου. Των οποίων τα εισοδήματα αυξάνονται συνεχώς και ταχέως εις βάρος του εθνικού εισοδήματος.

Σύντομα όμως τα ψέμματα θα τελειώσουν για πολλούς. Η φτώχεια δεν θα μπει καν στον κόπο να χτυπήσει στο κατώφλι των Κυπρίων. Θα ορμήσει στο σπίτι τους σαν σίφουνας πριν καν καταλάβουν τι κακό τους βρήκε.

Ως αποτέλεσμα της ανοχής που επεδείκνυαν για χρόνια στη διαφθορά, την κακοδιαχείριση, την αδιαφάνεια, την έλλειψη πολιτικής κουλτούρας, τον παρασιτισμό, την κομματοκρατία, και την κομματολαγνία αλλά και της αδιαφορίας τους για τα κοινά, πολλοί Κύπριοι θα εκπλαγούν για το πόσο κάθετα θα βυθιστεί το βιοτικό τους επίπεδο όταν θα βγουν στη σύνταξη.

Όπου νάναι, το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων χρεοκοπεί.

Έτσι, όσοι θα βγουν στη σύνταξη το 2020 και θα έχουν εργαστεί π.χ. για 40 χρόνια καταβάλλοντας την εισφορά τους ανελλιπώς, θα αντιληφθούν πως η διαχείρισή αυτού του αποθέματός τους ήταν στην καλύτερη περίπτωση εγκληματική.

Μέχρι σήμερα, οι αποταμιεύσεις των εργαζομένων για τα γηρατειά τους, διοχετεύεται από το ΤΚΑ προς το κράτος υπό τη μορφή δανεισμού. Κατά 96%.

Με πολύ ευνοϊκούς όρους, θα έλεγε κανείς, για το κράτος. Το επιτόκιο ανέρχεται σε 1,5% ετησίως.

Ευνοϊκό φυσικά για το κράτος, μια και εάν δανειζόταν με επιτόκιο της αγοράς, στην πραγματικότητα, το κόστος δανεισμού του θα ήταν ψηλότερο. Πολλαπλάσιο.

Το χαμηλό κόστος της αυτοεξυπηρέτησης από το ΤΚΑ έδινε την ευχέρεια στο κράτος να δαπανεί περισσότερα λεφτά αλλού.

Τη διαφορά αυτού του κόστους, την επωμίζεται σε τελική ανάλυση αυτός που συνεισφέρει στο ΤΚΑ ελπίζοντας πως στα γηρατειά του θα μπορεί να ζει αξιοπρεπώς.

Ωστόσο, αυτή η προσδοκία θα αποδειχτεί όνειρο απατηλό όταν θα βγει στη σύνταξη.

Η απόδοση των εισφορών του δεν ξεπερνούσε για σειρά ετών ούτε καν τον μέσο πληθωρισμό!

Αντί να φροντίσει το κράτος να αβγατίζονται οι εισφορές των εργαζομένων, υπέκυψε στον πειρασμό να τις αξιοποιήσει για να παρέχει μισθούς πολυτελείας σε ένα υπεράριθμο στρατό παρασίτων στο δημόσιο ή να εκτελεί έργα αχρείαστα και να αγοράζει οπλικά συστήματα για ένα στράτευμα που υπάρχει μόνο στα χαρτιά.

Αν πάρουμε ως παράδειγμα έναν εργαζόμενο που ξεκινά στο έτος 1 να εργάζεται μέχρι το έτος 40, οπότε βγαίνει στη σύνταξη, συνεισφέροντας 1000 κάθε χρόνο. Η ετήσιά του εισφορά υπολογίζεται ως ποσοστό επί των απολαβών του, που αυξάνονται κατά μέσο όρο 5% ετησίως.

Υπολογισμοί (δεν είμαι μεν αναλογιστής αλλά κατέχω ένα δυο πράγματα) που έκανα κατέδειξαν πως όταν βγει στη σύνταξη, με βάση το επιτόκιο στο οποίο το κράτος δανείζεται τα χρήματα του ΤΚΑ, θα έχει συσσωρευτεί για αυτόν το ποσό των 151.553 ευρώ. Με αυτό, θα πρέπει να περάσει ακόμα 15 περίπου χρόνια.

Αυτό το ποσό αντιστοιχεί σε 180 μηνιαίες συντάξεις των 842 ευρώ. (Μιλάμε δηλαδή για κάποιον που ξεκινά σήμερα να εργάζεται και έχει απολαβές χαμηλότερες των 1200 ευρώ τον μήνα!).

Αν λάβουμε όμως υπόψιν τη διάβρωση της αγοραστικής αξίας των μισθών και συντάξεων λόγω του πληθωρισμού που κατά μέσο όρο ανήλθε σε 4% στα 50 χρόνια της κυπριακής δημοκρατίας, αυτός ο εργαζόμενος που έχουμε ως παράδειγμα, αντί να δει τις εισφορές να αβγατίζονται, θα καταβάλλει στην πραγματικότητα «ασφάλιστρα» στο κράτος για τη «φύλαξη» των εισφορών του.

Με άλλα λόγια, κάθε χρόνο, η πραγματική αξία των εισφορών του, ή καλύτερα, η ποσότητα των προϊόντων που θα μπορεί να αγοράσει με αυτές, αντί να αυξάνεται, θα μειώνεται κατά 2,5%.

Συνεπώς, αν το κράτος μεριμνούσε ώστε να υπήρχε θετική απόδοση των εισφορών του εργαζόμενου θα έπρεπε αυτό ή να καταβάλλει για το δάνειο που πήρε ένα πιο ψηλό επιτόκιο ή να επιτρέψει στο ΤΚΑ να επενδύει με τρόπο ώστε να επιτυγχάνει μακροπρόθεσμα μια απόδοση άνω του 4% που είναι όπως είπαμε ο μέσος πληθωρισμός της 50χρονης Κυπριακής Δημοκρατίας.

Έτσι, αν π.χ. η απόδοση του αποθεματικού του ΤΚΑ ανερχόταν σε 8% ετησίως, ο εργαζόμενος τον οποίο είχαμε σαν παράδειγμα νωρίτερα, θα είχε συσσωρεύσει με τις εισφορές του το ποσό των 528.643 ευρώ. Το οποίο αντιστοιχεί σε 180 μηνιαίες συντάξεις των 2.937 ευρώ.

Το ύψος της τελευταίας είναι τρεισήμισι φορές η σύνταξη των 842 ευρώ.

Σαν να μην έφτανε αυτό, η ωρίμαση του ΤΚΑ (θεσμοθετήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980), συνοδεύτηκε από σημαντικές δημογραφικές αλλαγές, όπως είναι η επέκταση του προσδόκιμου ορίου ζωής και η υπογεννητικότητα. Αυτές ανατρέπουν το ισοζύγιο μεταξύ όσων εργάζονται και εισφέρουν στο ΤΚΑ και των συνταξιούχων.

Και άρα, περιορίζεται η δυνατότητα των πρώτων, μια και γίνονται λιγότεροι, να συμβάλλουν με τις εισφορές τους στη συντήρηση των τελευταίων, των οποίων ο αριθμός και οι ανάγκες αυξήθηκαν μια και αφού ζουν περισσότερο, θα πάρουν περισσότερες μηνιαίες συντάξεις μέχρι να πεθάνουν.

Και έτσι, θα απαιτηθούν διορθωτικά μέτρα άμεσα. Τα οποία θα είναι οδυνηρά.

Οι επιλογές δεν είναι πολλές. Μπορεί να βελτιωθεί η επενδυτική πολιτική του ΤΚΑ, να αυξηθεί το ποσοστό των εισφορών σε αυτό, να επεκταθεί το όριο ηλικίας αφυπηρέτησης. Ή να μειωθούν οι συντάξεις.

Η βελτίωση όμως της μελλοντικής αποδοτικότητας του αποθεματικού του ΤΚΑ από μόνη της δεν είναι ικανή να αντιστρέψει τις επιπτώσεις από την κακοδιαχείρισή του ΤΚΑ τα τελευταία 30 χρόνια. Και ούτε μπορεί αυτή να βασιστεί στην επίτευξη εξωπραγματικών αποδόσεων μια και αυτό εμπερικλείει επενδυτικούς κινδύνους.

Από την άλλη η περαιτέρω επέκταση του ορίου συνταξιοδότησης έχει κι αυτή τα όριά της. Και έχοντας δει τις αντιδράσεις των Γάλλων στα σχέδια του Σαρκοζί, είναι εύκολο να προβλέψουμε πόσο εύκολο θα είναι να πεισθούν οι συντεχνίες εδώ να τη δεχτούν.

Η αύξηση των εισφορών, έστω κι αν την δεχτούν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι, θα είναι μεν ανώδυνη για τους συνταξιούχους, θα έχει όμως σημαντική επίπτωση στις απολαβές των εργαζομένων, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση γενικότερα.

Τέλος απομένει η περικοπή των ωφελημάτων! Όπως δηλαδή και στην Ελλάδα. Κι αυτό τη στιγμή που οι συντάξεις όπως είπαμε θα είναι κουτσουρεμένες λόγω πληθωρισμού, κακοδιαχείρισης κλπ.

Η συμβουλή μου; Βρείτε τώρα που είστε ακόμη νέοι μια γερή μαγκούρα. Όταν γεράσετε μπορεί να συναντήσετε σε κανένα καφενείο κανένα Ευαγόρου, κανένα Προδρόμου, κανένα, Σιζόπουλο ή Κλεάνθους. Πιστέψτε με, θα σας χρησιμεύσει…

4 σχόλια:

Κυπριακόφωνος είπε...

Μα εν άκουσες τα νέα; Η Υπουργός Εργασίας έλυσεν το πρόβλημαν του ΤΚΑ!!

Μάλλον ταυτοχρόνως ελύσεν τζαι ο εγκέφαλος της.

Γενικώς η Κύπρος ακολουθά τα βήματα της Ελλάδος.

Καλή η ανάρτηση σου!

Αντιπολιτευόμενος είπε...

Το ωραίο με τη Σωτηρούλα είναι ότι ισχυρίζόταν μέχρι πριν μερικές εβδομάδες πως το ΤΚΑ είναι βιώσιμο μέχρι το 2050! Φυσικά αυτός ο ισχυρισμός εμπεριείχε και την παραδοχή πως θα έπαυε να είναι βιώσιμο την αμέσως επόμενη χρονιά, αλλά θέλω να της αναγνωρίσω πως η κυβέρνηση στην οποία μετέχει έλαβε τα πιο σημαντικά διαρθρωτικά μέτρα για το ΤΚΑ που αποδεικνύονται 2 χρόνια μετά ανεπαρκή.

Το πρόβλημα όμως είναι πως το κόμμα της που εκφράζει έναν οικονομικο υπερσηντηρισμό εναντιονόταν για δεκαετίες στην όποια αλλαγή της επενδυτικής του πολιτικής.

Αυτό αφενός προστάτεψε το ΤΚΑ από ενδεχόμενες απώλειες στο ΧΑΚ πριν 10 χρόνια, οι οποίες φυσικά θα ήταν αποτέλεσμα της απάτης και ανευθυνότητας της τότε κυβέρνησης αλλά και των υπολοίπων κομμάτων στη βουλή που επίσης συμμετείχαν στο κόλπο.

Αφετέρου, το απέκλεισε από επενδύσεις σε ακίνητα, σε άλλα κυβερνητικά και εταιρικά ομόλογα που έχουν ψηλότερες αποδόσεις, καταθέσεις σε τράπεζες, αμοιβαία κεφάλαια και άλλα επενδυτικά προϊόντα που θα είχαν επιτρέψει μια ψηλότερη απόδοση.

achilleas είπε...

ε φιλε ελπιζω να τα συζητας τουντα θεματα τζαι με ανθρωπους που συνανστρεφεσαι καθημερινως , περκει προληφθει το κακο

εδιαβασα αλλο 2 ποστς σου, μπραβο συνεχισε ετσι!

Αντιπολιτευόμενος είπε...

Αχιλλέα σε ευχαριστώ. Δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά δύναμη στον κοσμο που θα μπορούσε να αποτρέψει το κακό που μας έρχεται τώρα.

Οι εισφορές των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα επενδύονταν για χρόνια στην αύξηση της αγοραστικής δύναμης των δημοσίων υπαλλήλων και είναι αδύνατο να αναμένουμε οποιαδήποτε απόδοση, ανταπόδοση ή έστω και ευχαριστώ από αυτούς...

Το ζητούμενο είναι πλέον να περιοριστούν οι απώλειες στο μέλλον και η ανάγκη για λήψη οδυνηρών μέτρων...