Ο βουλευτής και αντιπρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος εξέδωσε σήμερα την πιο κάτω ανακοίνωση που δημοσιεύω αυτούσια:
"Κρατικός φασισμός στο ΡΙΚ
Για ακόμη μια φορά το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου απέδειξε ότι έχει μετατραπεί από κρατικό κανάλι, σε κανάλι της Κυβέρνησης.
Οι παραγωγοί της εκπομπής ΚΩΔΙΚΟΣ ΕΥΡΩΠΗ επέλεξαν να καλέσουν στο πάνελ της ψεσινής συζήτησης τρεις κυβερνητικούς υπαλλήλους, μαζί με έναν εκπρόσωπο του ΑΚΕΛ για να προπαγανδίσουν υπέρ της μεταναστευτικής πολιτικής της Κυβέρνησης και μόνο ένα εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης, τον υποφαινόμενο.
Προσωπικά δεν έχω κανένα πρόβλημα με το να στήνει το κυβερνητικό κανάλι τα τηλεοπτικά πάνελ με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να υπερ-αντιπροσωπεύεται η Κυβέρνηση και το ΑΚΕΛ. Εξάλλου είναι απόλυτα κατανοητό πως μόνο έτσι έχουν πιθανότητες οι κυβερνώντες να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα αυτής της Κυβέρνησης.
Όμως, τουλάχιστον θα έπρεπε ο συντονιστής της συζήτησης να επιτρέψει στον μοναδικό εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης να παρεμβαίνει έτσι ώστε να εκπροσωπείται ικανοποιητικά και η αντίθετη άποψη, παρά του ότι προφανώς, ενοχλούσε αυτή η διαφορετική άποψη.
Φαίνεται όμως ότι στο κανάλι της Κυβέρνησης δεν υπάρχει χώρος για αντίλογο. Δεν πειράζει. Αφού κάποιοι νομίζουν ότι θα ελέγξουν την ελευθερία του λόγου στο κυβερνητικό κανάλι, τότε εμείς θα μιλήσουμε ελεύθερα στη Βουλή των Αντιπροσώπων κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του ΡΙΚ.
Πάντως, αν η Κυβέρνηση και το ΑΚΕΛ αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα νέο ΜΜΕ προώθησης της Κυβερνητικής προπαγάνδας ενόψει προεδρικών εκλογών, ας το χρηματοδοτήσουν τουλάχιστον με τα χρήματα του ΑΚΕΛ και όχι με τα χρήματα του Κύπριου φορολογούμενου.
Ο κρατικός φασισμός δεν έχει χώρο στην Κύπρο του 21ου αιώνα".
Κατ' αρχήν θέλω να πω πως δεν παρακολούθησα τη χτεσινή τηλεοπτική εκπομπή στην οποία αναφέρεται ο Παπαδόπουλος.
Έγινα όμως μάρτυρας των όσων είπε το πρωί στο ραδιόφωνο του Τρίτου.
Όπου είπε στην εκφωνήτρια του προγράμματος Ελένη Βρεττού πως "θα τα πούμε όταν θα συζητηθούν οι προϋπολογισμοί του ΡΙΚ" στη βουλή.
Η Βρεττού το εξέλαβε ως απειλή και ίσως και να ήταν αλλά δεν είναι αυτή η ουσία.
Ούτε είναι η ουσία πως έδερνε το σαμάρι, την Ελένη Βρεττού, επειδή του έφταιγε ο γαΐδαρος, ο ΔΗΚΟϊκός του διευθυντής δηλαδή, ο Θέμης Θεμιστοκλέους.
Ούτε είναι η ουσία αν δικαίως ή αδίκως αισθανόταν αδικημένος για τον τρόπο μεταχείρισής του στη χτεσινή εκπομπή.
Η ουσία είναι συμπυκνωμένη σε αυτή του τη φράση: "Θα έπρεπε ο συντονιστής της συζήτησης να επιτρέψει στον μοναδικό εκπρόσωπο της αντιπολίτευσης να παρεμβαίνει έτσι ώστε να εκπροσωπείται ικανοποιητικά και η αντίθετη άποψη".
Ο Νικόλας Παπαδόπουλος εμφανίστηκε στην πολιτική ζωή την άνοιξη του 2006 όταν εξελέγη βουλευτής, εξίσου ουρανοκατέβατος όπως κι ο ετεροθαλής του αδελφός που έγινε δήμαρχος Λευκωσίας.
Νωρίτερα, επί Τασσοπαπαδοπουλοκρατίας, ο Νικόλας Παπαδόπουλος δεν νοιάστηκε ποτέ για το κατά πόσον υπάρχει ελευθερία του λόγου στην Κύπρο, και εάν το κρατικό κανάλι διεπόταν από αυτήν στη λειτουργία του.
Αν είχε νοιαστεί, θα είχε, ορθότατα πιστεύω, παρατηρήσει και καυτηριάσει με εξίσου εύστοχο τρόπο πως και τότε δεν υπήρχε ικανοποιητικός βαθμός έκφρασης της αντίθετης, μη κυβερνητικής, άποψης στο κρατικό κανάλι, όπως άλλωστε συνέβαινε τον καιρό του δημοψηφίσματος όπου σε κάθε εκπομπή του ΡΙΚ η αντίθετη άποψη μειοψηφούσε τόσο σε παρουσία όσο και σε τηλεοπτική ή ραδιοφωνικό χρόνο.
Όπως άλλωστε συνέβαινε και με τις προεδρικές εκλογές του 2008, όπου και πάλιν υπήρχαν υποψήφιοι δεύτερης κατηγορίας που τύγχαναν μεροληπτικής προβολής, όπως π.χ. ο Κώστας Θεμιστοκλέους ή κι ο Μάριος Ματσάκης.
Ούτε όμως στην μια περίπτωση ούτε και στην άλλη, άκουσα τον Νικόλα Παπαδόπουλο να διαμαρτύρεται επειδή "στο κανάλι της Κυβέρνησης δεν υπάρχει χώρος για αντίλογο".
Και εγώ λέω πως ορθά ισχυρίζεται πως "ο κρατικός φασισμός δεν έχει χώρο στην Κύπρο του 21ου αιώνα".
Το ερώτημά γιατί για εκείνον ξεκίνησε ο 21ος αιώνας να μετρά μετά το πέρας της Τασσοπαπαδοπουλοκρατίας είναι άνευ σημασίας.
Απλώς θα πρέπει να ξέρει πως ενώ ενδεχομένως να έχει απόλυτο δίκαιο να διαμαρτύρεται για τη δυσμενή και μεροληπτική μεταχείριση που έτυχε από το ΡΙΚ, η κριτική του είναι λιγότερο πειστική μια και ασκείται όταν αυτός αισθάνεται θύμα ενώ έκλεινε τα μάτια, τα αυτιά του και το στόμα του όταν θύματά της ήταν όσοι διαφωνούσαν με τον πατέρα του.