Πρόσφατα έγινε γνωστή η πρόθεση του ΔΣ του ΚΟΤ να διαθέσει ποσό ύψους 6 εκατομμυρίων ευρώ για την επιχορήγηση μιας παραγωγής της ρωσικής τηλεόρασης. Το σκεπτικό θα είναι, πως με τη δαπάνη αυτού του ποσού, έστω κι αν ήδη οι τεχνοκράτες του Οργανισμού το αμφισβητούν, θα προβληθεί το τουριστικό προϊόν της Κύπρου στη Ρωσία. Άσχετα με το κατά πόσον αυτού του είδους προβολή ενδείκνυται ως διαφήμιση, το ερώτημα που εγείρεται είναι: Έχει η Κύπρος τουριστικό προϊόν για το οποίο μπορεί να καυχιέται ώστε να το διαφημίζει;
Τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε μια γενικότερη πτώση τόσο των αφίξεων τουριστών όσο και των εσόδων από τον τουρισμό. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι οι δαπάνες για τη διαφήμιση λίγο πολύ παραμένουν σταθερές ή και αυξάνονται. Ένας από τους βασικότερους λόγους, σύμφωνα με δηλώσεις στα μέσα ενημέρωσης, είναι πως ο λόγος αξίας και τιμής των διακοπών στην Κύπρο μειώνεται. Κυρίως, λένε λόγω της αύξησης του παρονομαστή. Για τούτο δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία και τα αποτελέσματα αυτής της τάσης μιλούν από μόνα τους. Φτάνει να κοιτάξει κάποιος σε μια ιστοσελίδα ενός ξένου διοργανωτή και θα καταλάβει πόσο πολύ έχει ανοίξει η ψαλίδα των τιμών μεταξύ της Κύπρου και των βασικότερών της ανταγωνιστών στην Ανατολική Μεσόγειο, Ελλάδα, Τουρκία, Αίγυπτο.
Βέβαια, ο αριθμητής δεν παύει να είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε μια διαίρεση. Το προϊόν καθαυτό, δηλαδή. Διαιρούμενο δια της τιμής, εκφράζει την αξία για τον αγοραστή, τον τουρίστα.
Και εκεί βλέπουμε την Κύπρο να έχει διαπράξει ένα μεγάλο λάθος. Υπήρξε, χωρίς αμφιβολία, ένα μεγάλο ατόπημα πως όταν λήφθηκε η στρατηγική απόφαση από την πολιτεία να συμβάλει προς την ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας να μην πάρει ταυτόχρονα μια άλλη στρατηγική απόφαση: Την προστασία του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος.
Η τελευταία απόφαση δεν λήφθηκε ποτέ. Κάθε άλλο, παρά τις όποιες διακηρύξεις, εξαγγελίες και διαβεβαιώσεις των εκάστοτε κυβερνήσεων, η προστασία του περιβάλλοντος όχι μόνο δεν εξασφαλίζει ποτέ την προτεραιότητα στην ημερήσια διάταξη της πολιτικής, αλλά τουναντίον, υποβιβάζεται στην καλύτερη περίπτωση σε ζήτημα δευτερεύουσας σημασίας με τα γνωστά αποτελέσματα.
Η διανυόμενη παγκόσμια οικονομική κρίση αποτέλεσε αφορμή για την κυβέρνηση Δημήτρη Χριστόφια, όταν διαπιστώθηκε πως οι αφίξεις τουριστών για το 2009 θα ήταν μειωμένες, να αποφασίσει σειρά μέτρων για στήριξη της τουριστικής βιομηχανίας. Ένα από αυτά, αφορούσε και την διάθεση πρόσθετων κονδυλίων για τη διαφήμιση του κυπριακού τουριστικού προϊόντος.
Το πόσο σοφό ήταν όμως αυτό το μέτρο, είναι εύκολο να διαπιστώσουμε. Στη θεωρία του μάρκετινγκ, που προκύπτει φυσικά από την εμπειρία του μάρκετινγκ, ισχύει πως όταν διαφημίζεις ένα κακής ποιότητας προϊόν, το μόνο πράγμα που επιτυγχάνεις είναι να αυξάνεις τον αριθμό των καταναλωτών που στο μέλλον θα αποφεύγουν το προϊόν σου.
Και αυτή ακριβώς την πρακτική εφαρμόζει διαχρονικά η Κύπρος. Επιτρέπει στον ΚΟΤ να διοχετεύει εκατομμύρια κάθε χρόνο για διαφήμιση ενός σκάρτου προϊόντος!
Χωρίς φυσικά κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Διότι όσοι έχουν τα χρήματα να έρθουν τελικά στην Κύπρο λόγω ακρίβειας, το μετανιώνουν κατά κανόνα λόγω κακής ποιότητας του τουριστικού προϊόντος και δεν ξανάρχονται. Εξ ου και οι πτωτική τάση στις αφήξεις τουριστών.
Μια λογική πολιτική πρωτοβουλία, θα ήταν φυσικά η διοχέτευση εκείνων των κονδυλίων που σήμερα δαπανούνται στην διαφήμιση, για έργα αναβάθμισης του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος, όπως π.χ. αναδάσωση, καθαριότητα, μόρφωση των Κυπρίων να πάψουν να ρυπαίνουν το περιβάλλον, κατασκευή πεζοδρομίων κ.ο.κ.
Αντίθετα όμως γινόμαστε κάθε χρόνο μάρτυρες της ετοιμότητας της κάθε κυβέρνησης να διαθέσει όλο και περισσότερα χρήματα των φορολογουμένων για τη διαφήμιση του σκάρτου μας τουριστικού προϊόντος.
Λαμβανομένης φυσικά υπ’ όψιν της διαφάνειας που ισχύει στη χρηματοδότηση των κομμάτων, αυτό δεν εκπλήττει, μια και στη μίζα κανένα κόμμα δεν είπε μέχρι τώρα όχι. Ιδίως όταν αυτή προέρχεται από διαφημιστή που μπορεί να ελέγξει και κάποια μέσα ενημέρωσης.